Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

Η ομιλία του Ιωάννη Μπουγά στην 68η Επέτειο της Γενοκτονίας του Μελιγαλά!!!


Στο φετινό Μνημόσυνο στην Πηγάδα του Μελιγαλά, την Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου, επίσημος ομιλητής ήταν ο Μεσσήνιος στην καταγωγή καθηγητής και συγγραφέας Ιωάννης Μπουγάς, απόδημος Έλληνας του Καναδά.


Ομιλία Ιωάννη Μπουγά
στην 68η Επέτειο της Γενοκτονίας του Μελιγαλά, 15-20 Σεπτεμβρίου 1944

Μελιγαλάς, 16 Σεπτεμβρίου 2012


Σεβαστοί ιερείς, Κύριε Δήμαρχε, Μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλείου, Κύριε Πρόεδρε του Συλλόγου Θυμάτων του Μελιγαλά, Αγαπητοί συγγενείς θυμάτων, Κυρίες και Κύριοι,

Γιά άλλη μιά χρονιά είμαστε εδώ, γιά να τιμήσουμε τη μνήμη των τραγικών θυμάτων του Σεπτέμβρη του 1944. Το μνημόσυνο που έγινε σήμερα, και επαναλαμβάνεται ανελλιπώς τα τελευταία 67 χρόνια, είναι ακριβώς αυτό: λειτουργία γιά τις ψυχές των θυμάτων και στη μνήμη τους. Δεν είναι ούτε πολιτική σύναξη, ούτε γιορτή, αλλά εκδήλωση αγάπης προς τους άτυχους νεκρούς. Δεν είναι όμως ούτε «γιορτή μίσους», όπως αποκαλούν μερικοί το μνημόσυνο, ίσως από αισθήματα ενοχής για το ανοσιούργημα που έγινε εδώ τον Σεπτέμβρη του 1944. Παρόμοιες αναφορές είναι μεγάλη ασέβεια προς τους αθώους νεκρούς, προσβάλλει τη μνήμη τους αλλά και όλους αυτούς που τους θυμούνται και τους τιμούν, όπως όλους εμάς που ήρθαμε σήμερα εδώ. Είναι απαράδεκτο να προσπαθούν οι θύτες και οι συνοδοιπόροι τους να επιβάλλουν τη λήθη των θυμάτων και του εγκλήματος με ψεύδη, συκοφαντίες και ύβρεις. Συγχώρηση για τους υπευθύνους μπορούν να ζητούν –τους πιό πολλούς εξ άλλου τους έχει ήδη συγχωρήσει ο θεός- αλλά όχι και τη λήθη μας!

Το γεγονός ότι από λάθη, αλλά κυρίως από το υπέρμετρο πολιτικό πάθος και την εγκληματικότητα μερικών που τότε βρέθηκαν σε θέσεις δύναμης και ευθύνης, χάθηκαν εδώ χιλιάδες αθώες υπάρξεις, νέοι με μέλλον και σίγουρη προσφορά στον τόπο τους και την Ελλάδα, επιστήμονες και επιχειρηματίες απαραίτητοι γιά την ομαλή λειτουργία της τοπικής κοινωνίας, παραβλέπεται τελείως από τους στρατιωτικά ηττημένους του Ελληνικού Εμφυλίου στο βωμό μιάς συνεχιζόμενης πολιτικής βεντέττας. Όταν λέγω ότι τα θύματα του Μελιγαλά που τιμώνται σήμερα ήταν αθώοι το εννοώ απόλυτα, αφού στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν νέοι χωρίς καμία συμμετοχή σε εγκληματικές πράξεις, αλλά και τα όποια παραπτώματα κάποιων ολίγων οφείλουμε να τα συγχωρέσουμε από τη στιγμή που εκτελέστηκαν χωρίς να δικασθούν και όντες αιχμάλωτοι των δολοφόνων τους.

Η Κατοχή υπήρξε ιστορικό γεγονός μεγάλης διάρκειας και τεράστιου μεγέθους που ανέτρεψε συθέμελα την εθνική μας ζωή. Δυστυχώς στην ταραχώδη εκείνη περίοδο δεν έλαμψε μόνο η ανδρεία και ο πατριωτισμός αλλά και ο πολιτικός τυχοδιωκτισμός, η διχόνοια, η βία και η εγκληματικότητα, και ιδιαίτερα το πολιτικό θράσος μιά μικρής μειοψηφίας, που ενώ στον πόλεμο είχε συνταχθεί με τους εχθρούς της πατρίδος μετά θέλησε να χρησιμοποιήσει την Αντίσταση ως Δούρειο Ίππο για βίαιη πολιτική επικράτηση. Λησμόνησαν όμως τον απαράβατο κανόνα που θέλει την άδικη δράση να προκαλεί αδικότερη αντίδραση και το άδικο αίμα που χύνεται να ζητά ακόμη περισσότερο αίμα. Στην καρδιά της Κατοχής, το 1943, έχουμε την εμφάνιση του Κατοχικού Εμφύλιου με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ να μάχονται τις άλλες Αντιστασιακές Οργανώσεις και στις περιοχές που νικούν να λειτουργούν κανονικά Στρατόπεδα Συγκέντρωσης αντιφρονούντων. Την δε άνοιξη και το καλοκαίρι του 1944, όταν πλέον η ήττα της Γερμανίας φαινόταν καθαρά να πλησιάζει, χιλιάδες Έλληνες κατατάσσονται στα Τάγματα Ασφαλείας που οργάνωσε η κατοχική Κυβέρνηση και όπλισαν οι Γερμανοί. Αυτά ήταν τα προσανάμματα στη μεγάλη φωτιά που θα ανάψει στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο στα μέσα του Σεπτέμβρη του 1944. Ενώ οι Γερμανικές μονάδες αποχωρούν και κατευθύνονται βόρεια προς Πάτρα και Κόρινθο τελείως ατουφέκιστες, οι αντάρτες του ΕΛΑΣ κινούνται νότια, με πρόθεση να λύσουν με τα όπλα τους πολιτικούς λογαριασμούς τους με τα ΤΑ.

Τις μάχες του ΕΛΑΣ με τα ΤΑ του Πύργου και της Καλαμάτας που προηγήθηκαν εκείνης στον Μελιγαλά, ακολούθησαν βιαιότητες, λαοδικεία, εκτελέσεις οπλιτών και αμάχων, άγριο πλιάτσικο, κλπ., αλλά σε βαθμό που δεν έχουν καμιά σύγκριση με την ανθρώπινη τραγωδία που θα ξεσπάσει μετά τη νίκη και την είσοδο του ΕΛΑΣ στον Μελιγαλά την Παρασκευή, 15 Σεπτεμβρίου 1944.

Η τιμή, η υπόληψη, η περιουσία, και η ζωή χιλιάδων αθώων ψυχών που είχαν συγκεντρωθεί στην πόλη με ότι πολύτιμο είχαν λόγω του φόβου που κυριαρχούσε, ήταν πλέον στην απόλυτη δικαιοδοσία των νικητών και των φίλων τους. Των υπερφανατισμένων ανταρτών του ΕΛΑΣ και των πολιτοφυλάκων της ΟΠΛΑ, αλλά και εκατοντάδων αμάχων του εφεδρικού ΕΛΑΣ από τις γύρω περιοχές που ακολουθούσαν για πλιάτσικο και για να μην χάσουν το θέαμα, όπως ακριβώς έγινε το 1821 όταν οι Έλληνες επαναστάτες μπήκαν στη Τρίπολη. Η διαφορά είναι ότι τότε ο Κολοκοτρώνης και μερικοί τουλάχιστον από τους καπεταναίους προσπάθησαν να σταματήσουν τις ακρότητες και τη σφαγή. Στον Μελιγαλά όμως, ο Βελουχιώτης, ο Αχιλλέας Μπλάνας – Γραμματέας του ΚΚΕ Πελοποννήσου, ο Νίκος Μπελογιάννης, ο Ακρίτας, ο Ορίωνας, ο Κουλαμπάς, οι δεκάδες μόνιμοι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, και οι λοιποί ηγέτες του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, που ήταν παρόντες, όχι μόνο δεν προσπάθησαν να παρέμβουν αλλά είναι αυτοί που έδωσαν τη διαταγή και οργάνωσαν το έγκλημα που ακολούθησε.

Η μεγάλη βία που άρχισε αμέσως με την είσοδο των ανταρτών στην πόλη με αυτοδικίες εναντίον αιχμαλώτων οπλιτών και αμάχων και άγριο πλιάτσικο, καθ’όλα απαράδεκτη δεν ήταν και κάτι μοναδικό γιά παρόμοιες καταστάσεις Μιά ομάδα αιχμαλώτων στο διπλανό χωριό Μερόπη την τίμησαν με επίσκεψη και απάνθρωπη βία πριν τη σφαγή τους ο Βελουχιώτης με τους μαυροσκούφηδες σωματοφύλακές του. Αυτά όμως που ακολούθησαν τις επόμενες πέντε ημέρες δεν έχουν ποτέ ξαναγίνει στην Ελλάδα. Το τονίζω, γιατί αυτό κάνει το έγκλημα της Πηγάδας μοναδικό και ανατριχιαστικό. Να επιλέγονται δηλαδή ομάδες ανθρώπων από το πλήθος που ήταν κλεισμένο χωρίς τροφή και νερό στην πανηγυρίστρα του Μελιγαλά, το Μπεζεστένι, να οδηγούνται σ’αυτόν εδώ τον τόπο δεμένοι με καλώδια και σύρματα ημίγυμνοι, και να εκτελούνται υπό απάνθρωπες συνθήκες πέραν κάθε περιγραφής και φαντασίας. Σφαγιάσθηκαν από παιδιά ηλικίας 14 ετών μέχρι και ηλικιωμένοι 85 ετών. Μεταξύ των θυμάτων ήταν μαθητές και μαθήτριες, αγρότες, κτηνοτρόφοι, ιερείς, αξιωματικοί, γιατροί, δάσκαλοι, καθηγητές, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι. Εκατοντάδες οικογένειες είχαν περισσότερα από ένα μέλος τους θύμα. Το σύνολο των σφαγιασθέντων ήταν πάνω από 1.700, οι περισσότεροι άμαχοι αφού μόνον 750 ανήκαν στο ΤΑ. Παρόμοιο μακελειό ούτε ο Ιμπραήμ δεν προξένησε!

Αυτά τα ιστορικά γεγονότα της Σφαγής του Μελιγαλά, λίγες ημέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών από τη Μεσσηνία, και όταν λογικά ο λαός έπρεπε να γιορτάζει ενωμένος την ελευθερία του, είναι γνωστά και δεν έπρεπε να αμφισβητούνται από κανέναν. Παρά ταύτα, ηθελημένα ή αθέλητα η παραποίηση είναι συνεχής από συγγραφείς και δημοσιογράφους ακόμη και σήμερα, 68 χρόνια μετά. Φοβούμαι δε ότι εκείνοι που αρνούνται να αναγνωρίσουν τα σφάλματά τους από το παρελθόν, και να πάρουν μαθήματα πατριωτικής αγωγής, είναι σίγουρο ότι θα τα επαναλάβουν. Η ρητορία πολλών στην παρούσα εθνική κρίση αυτό ακριβώς μαρτυρεί. Ότι δηλαδή, η πολιτική παραφροσύνη και η εθνική διχόνοια που οδήγησαν στο έγκλημα του Μελιγαλά δεν έγινε μάθημα και κτυπητό παράδειγμα προς αποφυγή.

Τα 5 ατέλειωτα εικοσιτετράωρα της σφαγής στην Πηγάδα, πολλοί έστρεφαν αλλού τα μάτια για να μη δουν. Οι φυσικοί και πολιτικοί απόγονοι των δολοφόνων τα στρέφουν ακόμη μακριά, αρνούμενοι να παραδεχθούν το μεγάλο έγκλημα. Η παραποίηση του εγκλήματος στην αριστερή ιστοριογραφία είναι απίστευτη. Επιλέγω σήμερα ένα απόσπασμα από ένα πρόσφατο βιβλίο, λιβελλογράφημα του 2011, στο οποίο ο συγγραφέας γράφει και τα εξής γιά το έγκλημα της Πηγάδας: «...Είναι το πρώτο στυγερό έγκλημα στη φαρέτρα της προπαγάνδας.... Η προπαγάνδα και οι διάφοροι ανεγκέφαλοι εθνικοφρονάδες μιλούν για τη πηγάδα του Μελιγαλά ως το στυγερότερο έγκλημα του Άρη Βελουχιώτη, όμως πάντα παραλείπουν να πουν ποιούς ο Άρης έριξε μέσα σ’αυτή. Έριξε μέσα τους γερμανοντυμένους, τους γερμανοοπλισμένους, γερμανοτρεφόμενους ταγματασφααλίτες, τα κοινωνικά κατακάθια, που κατά την κατοχή έκαναν το Μωριά να βογγήξει.... Γι’ αυτούς δεν αρκούσε μια πηγάδα, εκατό πηγάδες χρειάζονταν...». Όμως το χειρότερο δεν έιναι αυτά που γράφει ο εν λόγω συγγραφέας, αλλά το ποιός είναι. Ο άνθρωπος αυτός έχει ακαδημαϊκή μόρφωση καθηγητού πανεπιστημίου, δίδασκε στη Βαρβάκειο Πρότυπο Σχολή και για χρόνια ήταν σύμβουλος στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Μελετών και Επιμορφώσεως (ΚΕΜΕ), το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του Υπουργείου Παιδείας. Απεφάσιζε δηλαδή τι ιστορία διδάσκονται τα Ελληνόπουλα!

Όπως ανέφερα και νωρίτερα, τα θύματα της Πηγάδας ήταν όλοι αθώοι άνθωποι! Η κατηγορία ότι οι ταγματασφαλίτες ήταν συνεργάτες των Γερμανών δεν έχει βάση στην αλήθεια. Οι εθελοντές που πήγαν στα Τάγματα, ούτε προς στιγμή δεν έβλεπαν την κατάταξή τους ως συνεργασία με τους Γερμανούς. Τα ΤΑ έγιναν ως αντίβαρο στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, όχι γιά να βοηθήσουν τους Γερμανούς, και ούτε έκαναν «το Μωριά να βογγήξει» όπως αθεμελίωτα γράφει ό πιό πάνω συγγραφέας. Είναι καιρός να πάψει να χρησιμοποιείται αυτή η φαιδρή κατηγορία ως φύλλο συκκής γιά το φρικτό έγκλημα.

Διάβασα όμως πριν λίγες ημέρες και το βιβλίο ενός αντάρτη του ΕΛΑΣ από εδώ κοντά. Ο ίδιος προτιμά τον τίτλο του «αντιστασιακού», και δικαίως βέβαια αφού έλαβε το σχετικό δίπλωμα. Ο αντάρτης λοιπόν αυτός αντιπαρέρχεται το έγκλημα του Μελιγαλά με τα εξής λόγια: «..το τι έγινε μετά τη μάχη, είναι λίγο-πολύ γνωστό, δεν χρειάζεται ν’ασχοληθώ και δεν είμαι ιστορικός, μα ούτε και ο πλέον αρμόδιος..». Μα δεν του ζήτησε κανείς να γίνει ιστορικός γιά να γράψει τι είδε και να τα κρίνει, αφού λέει ότι μπήκε από τους πρώτους στον Μελιγαλά μετά τη μάχη, και μάλιστα παρέμεινε εδώ και δεν ακολούθησε τον ΕΛΑΣ στους Γαργαλιάνους. Άνθρωπος να ήταν αρκεί! Όμως ήταν και κάτι άλλο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση διαβάζοντας το βιβλίο του Βασίλακα, όπως τον αποκαλούσαν στο αντάρτικο. Περιγράφει δύο χρόνια περιπλάνησης ανά την Πελοπόννησο, τη συμμετοχή του ως ένορκος σε πολλά λαοδικεία του ΕΑΜ και ανταρτοδικεία του ΕΛΑΣ ή την παρακολούθησή τους ως θεατής, μεταξύ των οποίων και εκείνο της νεαρής κοπέλλας Νίτσας Ρούκου από το διπλανό χωριό Καλιρρόη.

Γενικά περιγράφει απίστευτη και συνεχή βία, συλλήψεις αντιφρονούντων, συνεχείς κλοπές ξένης περιουσίας από το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, και γιά χωριά που δήθεν υποδέχονταν σύσσωμα τους αντάρτες με λουλούδια, τους άνοιγαν με χαρά τα σπίτια τους και άκουγαν με μεγάλη προσοχή τις πολύωρες σοσιαλιστικές διαλέξεις τους. Όλα αυτά του φαίνονται φυσιολογικά, στο όνομα της αντίστασης που λέει ότι έκανε, ακόμη και μετά 50 χρόνια, το 1990 όταν απεφάσισε να γίνει συγγραφέας. Στο όνομα όμως αυτής της περίεργης αντίστασης, γράφει ότι έλαβε μέρος επανειλημένα σε μάχες μόνον εναντίον άλλων Ελλήνων, ενώ την μόνη μάχη που έδωσε με τους κατακτητές ήταν εκείνη εναντίον ενός νεκρού Γερμανού στον Άγιο Φλώρο για να του πάρει τις μπότες και τη χλαίνη του με τα οποία ήθελε να εντυπωσιάσει τον καπετάνιο του Κώστα Κανελλόπουλο.

Όταν όμως η περιγραφή του περνά στα μετά τη Βάρκιζα γεγονότα, που η κατάσταση άλλαξε και το ραβδί πέρασε σε άλλα χέρια – ομολογεί ότι δε βγήκαν και μαχαίρια- τότε άρχισε να βλέπει και να καταγράφει βία, πόνο, και κακοπέραση, σαν καλός ιστορικός. Η περίπτωση αυτού του αντάρτη του ΕΛΑΣ και συγγραφέα δεν είναι μοναδική. Οι Έλληνες αριστεροί και οι συνοδοιπόροι τους πιστεύουν ότι η βία που εξασκούν αυτοί είναι καλώς καμωμένη. Ότι μόνον αυτοί πονούν, μόνο το δικό τους αίμα έχει αξία ενώ των άλλων Ελλήνων είναι νερό που μπορεί να χύνεται άφθονο. Δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτε για τα δικά τους φρικτά εγκλήματα, όχι μόνον για την Πηγάδα του Μελιγαλά και την Κόκκινη Τρομοκρατία του 1943-44 αλλά γενικά τίποτε που δεν αφορά δικά τους βάσανα. Φοβούμαι ότι αυτό είναι κακή συνταγή και για το μέλλον, αφού δεν φαίνεται να διδάχτηκαν τίποτε από το παρελθόν.

Βέβαια, από μιά πλευρά δεν έχουν και πολύ άδικο να βλέπουν έτσι την πρόσφατη ιστορία μας. Παρατηρούν πως ανταμείφθηκαν και πως τιμούνται οι υπεύθυνοι του εγκλήματος του Μελιγαλά και συνεχίζουν τη άρνηση και την παραποίηση. Οι περισσότεροι από τους υπευθύνους δεν εδιώχθηκαν ποτέ ούτε ποινικά, αλλά ούτε καν ηθικά! Στο Βελουχιώτη έστησαν άγαλμα και πολλοί τον προσκυνούν ακόμη ως ήρωα, ενώ συστηματικά αποκρύπτουν την ευθύνη του γιά τη σφαγή, ακόμη και την παρουσία του επί 48 τουλάχιστον ώρες στον Μελιγαλά. Στο όνομα του Νίκου Μπελογιάννη, ορκίζονται και γράφουν μυθιστορήματα για τη δράση του που προβάλλονται από την εθνική τηλεόραση. Σημειωτέον ότι ο Μπελογιάννης εκτός από τη συμμετοχή του και την ευθύνη του για το έγκλημα της Πηγάδας, ήταν αυτός που εφήρμοσε στην Πελοπόννησο την «αρχή της οικογενειακής ευθύνης» και έγινε έτσι ο ηθικός αυτουργός χιλιάδων εκτελέσεων αθώων ανθρώπων την περίοδο της Κόκκινης Τρομοκρατίας του 1943-44.

Από μαρτυρίες αυτοπτών γνωρίζουμε ότι μεταξύ αυτών που πρωτοστάτησαν σε αυτοδικίες στον Μελιγαλά ήταν και δύο καπετάνιοι του ΕΛΑΣ, ο Μήτσος Γιαννακούρας, γνωστός ως Πέρδικας, και ο εδώ κοντοχωριανός Κώστας Κανελλόπουλος. Ο Κανελλόπουλος έτρεχε με το άλογό του στους δρόμους του Μελιγαλά και ανάμεσα στους αιχμαλώτους στο Μπεζεστένι και μοίραζε καβάλλα αυτόματη δικαιοσύνη, αλλά λιβανίζεται ως ήρωας της Αντίστασης. Τουλάχιστον αυτός εξ ανάγκης χρησιμοποιούσε το πιστόλι, ενώ ο Πέρδικας το μαχαίρι το οποίο χρησιμοποίησε εκτεταμένα και στη συνέχεια στους Γαργαλιάνους και στην Πύλο. Στον Πέρδικα πρόσφατα έστησαν προτομή στο χωριό του, παρά το ότι όλοι οι ιστοριογράφοι του φαίνεται ότι γνωρίζουν την φρικιαστική δράση του στη Μεσσηνία και την συγκαλύπτουν. Ποτέ δεν αναφέρουν ούτε καν την παρουσία του στις μάχες του Μελιγαλά και των Γαργαλιάνων, ή τα γεγονότα Πύλου. Καταφεύγουν στη συγκάλυψη, όπως ακριβώς για τον Βελουχιώτη και τον Μπελογιάννη που αποκρύπτουν την παρουσία τους στον Μελιγαλά. Αυτοί, είναι μερικοί από τους κορυφαίους ήρωες μιάς μειοψηφίας Ελλήνων, που όμως προβάλλονται συχνά και από τα κρατικά μέσα πληροφόρησης.

Είναι ιδιαίτερα τραγικό ότι αυτό το φοβερό ομαδικό έγκλημα σχεδιάστηκε και έγινε από αυτούς τους ανθρώπους που την ίδια ώρα διακήρρυταν στον Ελληνικό λαό ότι ήθελαν να στήσουν μιά νέα κοινωνία, την σοσιαλιστική. Κανείς ανάμεσά τους δεν τους είπε ότι κοινωνίες και καθεστώτα δεν στήνονται με σφαγές και Πηγάδες. Παρόμοια καθεστώτα, ακόμη και αν επικρατήσουν, γρήγορα γκρεμίζονται σαν τους αμμόλοφους από το μίσος και τη διχόνοια που εξαπολύουν. Αυτό ας είναι το δίδαγμα του Μελιγαλά τις δύσκολες ημέρες που πάλι περνά η Ελλάδα.

Τελειώνοντας, οφείλω να συγχαρώ το συμβούλιο και τα μέλη του Συλλόγου Θυμάτων του Μελιγαλά, διότι παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια δεν έχουν λησμονήσει ποτέ τα θύματα. Η τιμή που τους ανήκει είναι ακόμη μεγαλύτερη, γιατί είναι οι μόνοι στη Μεσσηνία που τιμούν τη μνήμη των θυμάτων του ΕΛΑΣ το 1944. Η Μεσσηνία εκτός από την Πηγάδα πλήρωσε με εκατοντάδες θύματα στην Καλαμάτα και στους Γαργαλιάνους. Στην Πύλο και στην πλατεία της Καλαμάτας συνέβησαν τα αποτρόπαια σχεδιασμένα λυντσαρίσματα, ενώ ομαδικές σφαγές κυρίως νέων έγιναν στο Κουτσουβέρι Γαργαλιάνων, στο Λεζάκι και στη Βέργα Κορυφασίου. Οι αριθμοί μπορεί να μην πλησιάζουν της Πηγάδας, αλλά όλες οι εκτελέσεις ήταν εξ ίσου άδικες και αποτρόπαιες και δεν έπρεπε να ξεχασθούν έτσι. Τα θύματα να μνημονεύονται και οι πράξεις να παρουσιάζονται ως παραδείγματα εμφυλίου μίσους προς αποφυγήν.

Τα τελευταία χρόνια πρωθυπουργοί της Ελλάδος έχουν επισκεφθεί τον Άη Στράτη και (πιστεύω) και τη Μακρόνησο, τόπους εξορίας και φυλάκισης αριστερών την περίοδο της Κομμουνιστικής Εξέγερσης του 1946-49.. Παρ’ ότι πιστεύω ότι τα δύο θέματα δεν σχετίζονται καθόλου ούτε επιδέχονται συμψηφισμό, με λύπη μου σημειώνω ότι κανείς από αυτούς, ούτε πιστεύω και κανένας άλλος, δεν επισκέφθηκε την Πηγάδα. Ελπίζω κάποτε αυτό να γίνει,και μάλιστα να προσκαλέσουν να έρθουν μαζί τους και οι ηγέτες της αριστεράς. Αυτό θα βοηθήσει και τους αριστερούς να αναγνωρίσουν το λάθος τους και την ηθική οφειλή τους στα θύματα, και να προσέλθουν σε μιά μελλοντική εκδήλωση μνήμης στην Πηγάδα! Τότε μόνον θα έχει αρχίσει ναα κλείνει ο κύκλος της αντιπαράθεσης! Θέλω να ελπίζω ότι το ίδιο θα κάνουν και οι υπεύθυνες κρατικές αρχές. Θα αναγνωρίσουν την αθωώτητα των θυμάτων, και θα ενώσουν και τις δικές τους ευχές με τις δικές μας, γιά: Αιωνία τους η Μνήμη!

Ευχαριστώ γιά την τιμή να πω σήμερα αυτά τα λίγα λόγια και εγώ στη μνήμη των νεκρών.

Ο θεός ας αναπαύσει τις ψυχές τους.

Σας ευχαριστώ πολύ που με ακούσατε!


Δεν υπάρχουν σχόλια: