Ήδη, από την πρώτη Τουρκική κατοχή της Πελοποννήσου, οι Τούρκοι είχαν κτίσει στο βόρειο μέρος της Μεσσήνης, στην «Παλαιά Βρύση» το «Χαβούζι» και αργότερα του «Χόντζα» στα παλαιά σφαγεία στον δρόμο προς τη Μπούκα.
Αυτά ήταν πέτρινες κατασκευές, για ομαδικό πλύσιμο ανθρώπων και ρούχων.
Είναι γνωστό, ότι οι Τούρκοι, ανέκαθεν είχαν ροπή στην καθαριότητα (βλ. λουτρά χαμάμ).
Κόντρα σε αυτό, ο ντόπιος Ελληνικός πληθυσμός, ανέπτυξε μια αμυντική στάση, σύμφωνα με την οποία επεδίωκε να ασχημίζει τα παιδιά του ώστε να μην μπαίνουν στο στόχαστρο των Τούρκων με τα φοβερά παιδομαζώματα που έκαναν.
Πρώτο ήταν η αποφυγή κάθε σχέσης με την καθαριότητα.
Αυτή την αμυντική αθλιότητα, την επιβεβαιώνουν οι περιηγητές Πάουβ και Σατωμπριάν, όταν αργότερα επεσκέφθησαν τον τόπο.
Παράλληλα, είναι γνωστό, ότι οι Τούρκοι ως Μουσουλμάνοι, απέχουν του χοιρινού κρέατος μιας και το ζώο, θεωρείται θρησκευτικώς ως μιαρό (καταραμένο από τον Προφήτη Μωάμεθ!).
Έτσι οι πονηροί Νησιώτες, κατάφεραν, ενώ ο τόπος τους είναι προνομιακός και εύφορος, στην διάρκεια των 300 ετών της Τουρκικής κατοχής, να μην κατοικήσουν Τούρκοι στην Μεσσήνη!
Αυτό φυσικά επετεύχθη με την αθρόα εκτροφή χιλιάδων χοίρων, οι οποίοι κυκλοφορούσαν εντός της πόλεως ακωλύτως!
Φαίνεται, ότι αυτή η πολιτική των παμπόνηρων Νησιωτών, ήταν πολύ αποτελεσματική, αφού έφυγαν όλοι οι Τούρκοι από την Μεσσήνη και εγκατεστάθησαν στην Ανδρούσα, έτσι ώστε να εκτοπίσουν σχεδόν ολόκληρο τον Ελληνικό πληθυσμό από αυτήν, αφού η Ανδρούσα τότε είχε μόνο δύο Ελληνικές οικογένειες, παρ ότι ήτο και έδρα της Επισκοπής.
Πρέπει να γίνει σαφές, ότι η Ανδρούσα, τότε ήτο ένα φτωχικό μέρος από άποψη παραγωγικότητας, γι αυτό και ο Ανδρούσης Ιωσήφ ήδη προ της επαναστάσεως του 1821 είχε εγκατασταθεί στην Μεσσήνη ακριβώς γι αυτόν τον λόγο όπως ο ίδιος αναφέρει σε χειρόγραφη επιστολή του.
Η χοιροτροφία στην Μεσσήνη, απέκτησε παράδοση 300 ετών και περιορίσθη σημαντικά μόνο μετά το 1920.
Μέχρι τότε οι χοίροι «ήσαν πολλαπλάσιοι των ανθρώπων» όπως αναφέρει ειρωνικά, ο Ιατρός Π. Κορύλλος στο οδοιπορικό του «Από Πατρών έως Καλάμας» το 1890.
Αν σκεφθούμε ότι οι κάτοικοι Μεσσήνης ήταν 7.000 το 1890, μπορούμε να φανταστούμε πόσοι ήταν οι εκτρεφόμενοι χοίροι!
Το 1920, οι τελάληδες ειδοποιούν τον ντόπιο πληθυσμό: «Ειδοποιήσθε, από τον κ. Αστυνόμο, ότι από αύριο, απαγορεύεται να κυκλοφορούνε γουρούνια στο δρόμο, διότι οι χωροφύλακες θα τα σκοτώνουν και να μην έχετε παράπονοοοοοοοοο!.....»
Πραγματικά, όταν την άλλη μέρα οι χωροφύλακες εύρισκαν στην πλατεία κάποιο ζώο να κάνει τον περίπατό του, το στρίμωχναν με… τέχνη και το τρυπούσαν με την μεγάλη ξιφολόγχη (σακαράκα) που έφεραν πάντα αναρτημένη στην λουρίδα τους.
Από την άλλη, οι ιδιοκτήτες των… αλήτικων «δολοφονημένων» ζώων, δεν δυσανασχετούσαν και πολύ, αφού αμέσως τα έβαζαν στην λαμαρίνα και τα έψηναν μαζί με το δέρμα τους!
Ακολούθως, τα έφερναν στην αγορά και η ζεστή γουρνοπούλα πουλιόταν αμέσως!
Στο πανηγύρι όμως το ψήσιμο ήταν προγραμματισμένο είχε τεχνική ενώ η νοστιμιά του κρέατος είχε τα μυστικά της.
Ο Θεόδωρος Μ. Τσερπές αναφέρει, ότι αυτή η νοστιμιά, οφείλετο, μάλλον στο επισταμένο ψήσιμο, μέσα στον παραδοσιακό φούρνο, που εκλείετο με ζυμάρι, ενώ η γουρνοπούλα σιγοψηνόταν με κλιματόβεργες.
Ίσως πάλι και η διατροφή των ζώων που ήταν με λιοκόκκια (η μάζα που μένει μετά την εξαγωγή του ελαιολάδου) να είναι μια άλλη συμπληρωματική εξήγηση.
Σε κάθε περίπτωση λοιπόν αυτό το έθιμο, έχει καταγωγή την πόλη της Μεσσήνης, ένα έθιμο της Νότιας Πελοποννήσου που δημιουργήθηκε σε εύφορο τόπο, αφού ο τρόπος αυτός ψησίματος είναι «αντιοικονομικός» μιας και δεν γίνεται εκμετάλλευση του δέρματος για παπούτσια («γουρνοτσάρουχα») είτε του λίπους για λάδι στο τηγάνισμα, όπως γινόταν στα φτωχότερα ορεινά μέρη, όπου η πλήρης εκμετάλλευση του γουρουνιού ήταν μια εν τη πράξη ανακύκλωση των υπολειμμάτων τροφίμων της οικογενείας τα δε προϊόντα του (παστό, καβουρμάς, λουκάνικα) αλλά και τα παραπροϊόντα του (λίπος, δέρμα) βοηθούσαν αποφασιστικά στην επιβίωση των φτωχών οικογενειών.
Να υπογραμμίσουμε, ότι η ψητή γουρνοπούλα είναι ένα θαυμάσιο έδεσμα με λιγότερα μάλιστα λιπαρά από το μοσχαρίσιο κρέας, αν ο καταναλωτής αποβάλλει το εμφανές λίπος!
Αν μπορεί βεβαίως να αποστεί του πειρασμού, μπροστά στην τραγανή «γκόρτσα» και στα διάφορα «γλυκάδια» του ζώου, το οποίο ως και σήμερα ψήνεται σε φούρνους εξακολουθεί να είναι νοστιμότατο και προσφέρεται εν αφθονία, ζεστό και σχετικά φθηνό καθ’ όλη την διάρκεια της Πανηγύρεως της Μεσσήνης!
2 σχόλια:
ΖΗΤΩ Η ΨΗΤΗ ΓΟΥΡΝΟΠΟΥΛΑ!!!!
Ειναι παρα πολυ κατατοπιστικο το σχολιο σου δηλαδη η γουρνοπουλα στη σουβλα δεν ειναιτοσο καλη οσο του φουρνου;
Μου αρεσει που παντα τα σχολια σου ειναι εγκυρα Ευχαριστω
Γ.Κ
Δημοσίευση σχολίου