Κάθε πρωί που ξυπνούσαμε, κάθε μεσημέρι που τρώγαμε, κάθε βράδυ που κοιτούσαμε τον ήλιο να δύει, αγναντεύαμε από το μπαλκόνι μας το απέραντο γαλάζιο της παραλίας που βρισκόταν ακριβώς κάτω από το δωμάτιο που μέναμε. Τόσες μέρες ήμασταν στη Μήλο και δεν το σκεφτόμασταν να πάμε να τη δούμε από κοντά. Ευτυχώς ένα πρωινό, ο Κυρ Γιώργος, ιδιοκτήτης των δωματίων, μας είπε πως πρέπει οπωσδήποτε να την επισκεφτούμε, «εξάλλου δυο βήματα είναι», μας είπε χαρακτηριστικά. Το μεσημέρι της επόμενης μέρας, επισκεφτήκαμε λοιπόν την παραλία της Πλάθιενας (ή Πλάτιενας), Βόρεια της Μήλου και 2χλμ μακριά από την πρωτεύουσα του νησιού, την Πλάκα. Μια μικρή παραλία με ψιλή λευκή άμμο, σε έναν όρμο προστατευόμενο από τα μελτέμια, με ρηχά, γαλαζοπράσινα νερά, δίχως κύματα, και δέντρα που χάριζαν ίσκιο στα κορμιά μας.
Πήγε αργά και εμείς ακόμη δε βαρεθήκαμε τα ζεστά νερά της, ακόμη δε χορτάσαμε την απεραντοσύνη της. Έφτασε η ώρα της δύσης του ηλίου. Εκείνος έριχνε αργά αργά το φως του στη θάλασσα, δίνοντάς της ένα χρώμα μαγικό. Τα νερά λαμπύριζαν λες και η θάλασσα μετατράπηκε σε ουρανό γεμάτα άστρα. Όσο έπεφτε ο ήλιος γινόταν κατακόκκινος∙ φαινόταν τόσο θερμός, λες και ήθελε να ξεδιψάσει. Κι αυτό έκανε. Χάθηκε στη θάλασσα αφήνοντάς μας μια αίσθηση γαλήνης, πληρότητας, αλλά και μια απορία: Πόσο μικροί είμαστε μπροστά του;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου