Το αλάτι φωλιάζει στα βράχια της Μάνης. Σε ένα μικρό χωριό, στα σύνορα της Μεσσηνιακής και Λακωνικής Μάνης, οι λιγοστοί κάτοικοι εξακολουθούν να βγάζουν πρώτης ποιότητας αλάτι από τη θάλασσα. Μισή ώρα δρόμος από την Καρδαμύλη και να ’μαστε σήμερα πρωί - πρωί στη Χοτάσια παρά τον δυνατό παγωμένο αέρα.
Πολλά μπορεί να άλλαξαν στη Μάνη τα τελευταία χρόνια, εκείνο όμως που παραμένει ίδιο κι απαράλλαχτο είναι η παραγωγή του αλατιού στα άγρια βράχια της. Ένα κατεξοχήν αλατοχώρι της Μάνης είναι και η Χοτάσια. Ενα μικρό χωριό στα σύνορα της Λακωνίας με τη Μεσσηνία στον Μεσσηνιακό Κόλπο.
Εκεί που κάποτε το αλάτι ζούσε ολόκληρο το χωριό, σήμερα ελάχιστοι κάτοικοι συνεχίζουν την παράδοση, παράγοντας το αφράλατο, το γνήσιο αλάτι της θάλασσας.
Περνώντας από τα επικίνδυνα κοφτερά βράχια, που οι ίδιοι τα περπατούν με μεγάλη άνεση, φτάσαμε στις πλάντζες, τις φυσικές κοιλότητες όπου το θαλασσινό νερό μετατρέπεται σε αστραφτερό λευκό αλάτι.
Η βασική εργασία τα παλιά χρόνια στο χωριό ήταν να σπέρνουν σιτάρι και κριθάρι μες στα βράχια, σκάβοντας με το αξινάρι. Φύσαγε ο βοριάς το ’τριβε και θέριζαν τις καλαμιές μόνο για να φάνε τα ζώα. Το αλάτι ήταν το προϊόν που χρειαζόταν το νοικοκυριό αλλά και για ανταλλαγή. Το αντάλλασσαν με φρούτα και τυριά από τους τσοπάνους που το χρειάζονταν να αλατίζουν τα προϊόντα τους.
Εκείνα τα χρόνια η παραγωγή αλατιού ήταν παράνομη, αφού η διακίνησή του γινόταν αποκλειστικά από το Ελληνικό Μονοπώλιο. Ερχόταν στο χωριό ένας υπάλληλος του Δημόσιου Ταμείου Αρεόπολης με δύο χωροφύλακες και με πετρέλαιο χάλαγαν τις αλυκές!
Ο θεσμός της ιδιοκτησίας των αλυκών ήταν πολύ ισχυρός κατά το παρελθόν. Όπως διηγούνται οι παλιοί αλατοπαραγωγοί της Χοτάσιας, κάποτε δύο αδέλφια, χωρίζοντας την πατρική περιουσία, ο ένας πήρε το κτήμα με τις ελιές και ο άλλος την οικογενειακή αλυκή.
Και μπορεί οι αλυκές να αποτελούσαν δημόσια περιουσία, οι Μανιάτες όμως είχαν χωρίσει τα βράχια και άτυπα ο καθένας είχε το "χωράφι" του.
Σύμφωνα με τους άγραφους νόμους της Μάνης, ο ένας σεβόταν τον άλλο και σπάνια συνέβαιναν περιστατικά όπως αυτά, που κάποιοι έρχονταν και έκλεβαν το αλάτι από τα γειτονικά χωριά.
Αλυκές είχε και η Εκκλησία. Όπως η εκκλησία του γειτονικού χωριού των Θαλαμών, όπου οι αλυκές της έφταναν να παράγουν 4.000 οκάδες αλάτι. Στις μέρες μας τις αλυκές της εκκλησίας τις ενοικιάζουν και τις εκμεταλλεύονται ιδιώτες.
Υπάρχουν και άσχημες χρονιές στην παραγωγή, όταν οι πολλές βροχές μειώνουν την πυκνότητα του νερού.
Παλιά οι αλατοπαραγωγοί πότιζαν τα βράχια, δουλεύοντας σε καθημερινή βάση, γέμιζαν και παραγέμιζαν τις γούρνες, σήμερα η τεχνολογία έχει αλλάξει τα πράγματα, αφού το γέμισμα γίνεται εύκολα και γρήγορα με μικρές αντλίες.
Πριν από το ’50, από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, η βραχώδης παραλία της Χοτάσιας γέμιζε καλύβες από κατοίκους του Οιτύλου που πήγαιναν εκεί για να μαζέψουν αλάτι.
Σύμφωνα με τους αλατοπαραγωγούς, τα 100 κιλά θαλασσινό νερό παράγουν δύο κιλά αλάτι, ενώ όλα εξαρτώνται από τον καιρό, τις βροχές και τις φουρτούνες.
Σήμερα, στη Χοτάσια παράγονται εφτά έως οχτώ τόνοι αλάτι, το οποίο οι κάτοικοι πωλούν προς 3 ευρώ το κιλό για να φτάσει στα ειδικά καταστήματα, στα σούπερ μάρκετ και στα ντελικατέσεν.
Περισσότερες φωτογραφίες εδώ!
Δεν θελουμε διαφημιση ρε παιδια ερχεται ο καθε βρωμιαρης για να μας αφησει τα σκουπιδια του και να κλεψει αλατι που φτυνουμε αιμα για να το μαζεψουμε.Ξεκιναμε απο μαη για να μαζεψουμε του αη λια.Οσο για τα τροχοσπιτα αστα να πανε....ακαθαρσιες μεχρι τα βραχια μεσα στα χωραφια μας κ.λ.π.
ΑπάντησηΔιαγραφή