Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023

Στο Μνημείο του Μανιάτη Γεώργιου Φτέρη - Τσιμπιδάρου!!!


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΤΕΡΗΣ Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γιώργου Τσιμπιδάρου. Γεννήθηκε στην Καρέα της Μάνης το 1891. Σπούδασε νομικά. Άρχισε τη δημοσιογραφική του σταδιοδρομία στο «Θάρρος» των Καλαμών. Κατόπιν συνεργάσθηκε στην «Ακρόπολη», «Πατρίδα», «Βαλκανικό Ταχυδρόμο», «Ελεύθερο Τύπο», Ελεύθερο Λόγο», «Αμάλθεια» της Σμύρνης με το ψευδώνυμο Ανατολίτης και, στα φιλολογικά περιοδικά «Νουμάς», «Καλλιτέχνης», «Χαραυγή» της Μυτιλήνης», «Φιλολογική Πρωτοχρονιά», «Νέα Εστία», «Νέο Πνεύμα», «Νεοελληνική Λογοτεχνία», «Παναθήναια», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά», «Διάπλασις των Παίδων», «Ανθολογία» με τα ψευδώνυμα Λανσελότος, Γκρέκο, Φτέρης. Παρέμεινε πολλά χρόνια στο εξωτερικό, αρχικά στη Ρώμη και κατόπιν ως ανταποκριτής του «Ελεύθερου Βήματος» στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε όλες τις πολιτικές, πνευματικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις του μεσοπολέμου, τις οποίες και ανέπτυξε σε μακρά σειρά ανταποκρίσεων. Διετέλεσε Γενικός Γραμματεύς του Συλλόγου «ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΙΩΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝ» στο Παρίσι. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα, διηύθυνε τα «Αθηναϊκά Νέα» 1933-1941 και συνεργάσθηκε έκτοτε στο «Βήμα», στα «Νέα» και στον «Ταχυδρόμο» 1924-1967. Δημοσίευσε τα βιβλία «Η θρυλική ζωή του Στρατηγού Βούρβαχη με πρόλογο του Στρατάρχου της Γαλλίας Φρανς ντ’ Έσπερε το 1947 και «Πρόσωπα και σχήματα» το 1954. Μετέφρασε θεατρικά έργα και έγραψε μελέτες και ποιήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά. Το ποίημα - τραγούδι του της Κατοχής «Η χωριάτα» έγινε σύμβολο της ελευθερίας και κινδύνευσε να συλληφθεί από τους κατακτητές. Συνεργάτης του Ραδιοφωνικού Σταθμού, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού θεάτρου, μέλος της Επιτροπής Σχολικών Βιβλίων του Υπουργείου Παιδείας, Ιδρυτικό και τακτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών 1930-1967, κριτικός του Λογοτεχνικού Βιβλίου και θεάτρου στο «Βήμα». Δημιούργησε με τον Δημ. Λαμπράκη τη λογοτεχνική επιφυλλίδα του «Βήματος», στην οποία έγραφε κάθε Κυριακή. Μέλος της Ενώσεως Συντακτών. Η επί 52 συνεχή χρόνια δημοσιογραφική και λογοτεχνική εργασία του υπήρξε δημιουργική συμβολή στην προαγωγή των Γραμμάτων και ο θάνατός του άφησε μεγάλο κενό στο δημοσιογραφικό και πνευματικό τομέα της Ελλάδος. Τιμήθηκε με τις «Ακαδημαϊκές δάφνες» της Σορβόννης 1930, τον «Ταξιάρχη του φοίνικος» 1965 και το «Χρυσούν εύσημον της δημοσιογραφίας» 1966. Πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1967. Ο Γεώργιος Φτέρης - Τσιμπιδάρος (1891-1967), τίμησε τη Μάνη, ιδιαίτερη πατρίδα του, με τη ζωή του, αλλά και μετά το θάνατό του! Είναι γνωστό στους συμπατριώτες μας ότι η Δημόσια Βιβλιοθήκη Αρεοπόλεως (μία από τις τριάντα περίπου δημόσιες βιβλιοθήκες όλης της Ελλάδος) είναι ουσιαστικά έργο δικό του, αφού τα αρχικά της βιβλία ήταν οι 6.000 τόμοι της βιβλιοθήκης του, τα οποία σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία δώρισε για την ίδρυσή της! Και πιο γνωστή ακόμη είναι η πολυμνημονευόμενη ρήση - υποθήκη για τη Μάνη και τα όπου γης παιδιά της - από τον κορυφαίο, αείμνηστο Πνευματικό μας Άνθρωπο, τον Γεώργιο Φτέρη: «Τη θύμηση της Μάνης, της πέτρας και του αέρα της Μάνης, την έπαιρνα πάντα μαζί μου, όπου κι αν πήγαινα. Σαν φυλαχτό». Την γενική του όμως φιλοσοφία για τη ζωή, τον κόσμο, τον άνθρωπο την περιγράφει με τα εξής λόγια, απευθυνόμενος στη σύζυγό του: «Άμα πεθάνω και σε ρωτήσουν τι ήμουνα, τι πίστευα κι από πού αντλούσα, αυτά τα όσα έγραφα, να τους πεις πως δεν ήμουνα τίποτα άλλο, από ένας απλός άνθρωπος, που πίστευε βαθιά στην αγάπη, την καλοσύνη και στην ανθρωπιά». Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν δύο ακόμη βιβλία του «Ελληνικές Μορφές» (1979, Δίφρος) και «Μάνη πατρίδα μου» (1981, Ερμής), μοναδικά και δυσεύρετα πια, συλλογή εκλεκτών κειμένων και μονογραφιών του Φτέρη, με ενιαία θεματολόγια, ελάχιστο μέρος μιας πνευματικής εργασίας δεκάδων χρόνων. Ο Φτέρης πέθανε την ημέρα των γενεθλίων του από καρκίνο του ήπατος. Σήμερα το σώμα του βρίσκεται στην πατρίδα του, τη Μάνη. Στο δρόμο που συνδέει την Αρεόπολη με το Γύθειο. Το μνημείο έχει αφιερωθεί σε αυτόν και είναι στην κορυφή ενός λόφου με θέα την αγαπημένη γη του. Η προτομή είναι φιλοτεχνημένη από τον φίλο του Μιχαήλ Τόμπρο. Στον ώμο του, μια γυναίκα που αναπαριστά τη Μάνη δακρύζει, θρηνώντας για τον θάνατό του. Η κόρη του Ελυάνα δήλωσε, «Ο πατέρας μου ποτέ δεν ήθελε μνημείο για τον εαυτό του, μιας και ήταν πολύ ταπεινός άνθρωπος. Ποτέ δεν πίστευε στα μνημεία, όμως η μητέρα μου επέμενε πως του άξιζε ένα. Το σημείο που βρίσκεται το μνημείο (χτισμένο από τον Γεώργιο Δημάκο) ήταν το αγαπημένο του, γιατί από εκεί μόνο μπορείς να δεις τις δυο θάλασσες, τον Μεσσηνιακό αλλά και τον Λακωνικό κόλπο. Αν και άφησε πίσω τους περιορισμούς της ζωής του χωριού ως έφηβος, κράτησε πάντα τη Μάνη στην καρδιά του.















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια είναι Ελεύθερα και χαρακτηρίζουν το σχολιαστή !