Η άλλοτε τροφή των φτωχών και των πεινασμένων, πλούσια σε πρωτεΐνη, σήμερα κερδίζει συνεχώς θέση στο πιάτο της χορτοφαγικής διατροφής και συχνά αντικαθιστά τα προϊόντα σόγιας.
Τα λούπινα τα τρώγανε ωμά την Καθαρή Δευτέρα. Για να είναι όμως τότε έτοιμα ξεκινούσανε τη διαδικασία μερικές μέρες νωρίτερα.
Την Τυρινή βδομάδα τα βάναμε τα λούπινα στο μούσκιο να φουσκώσουνε.
Μετά τα βράζαμε στο καζάνι μέχρι να βγαίνει η φλούδα τους.
Ύστερα τα βάναμε σε τσουβαλάκι και τα πηγαίναμε στη θάλασσα να ξεπικρίσουνε.
Τα αφήναμε εκεί, στον Αη Νικόλα ή στο Καλαμάκι ή όπου αλλού είχε κανείς χωράφι να βγαίνει στη θάλασσα, δυο-τρεις μέρες και μετά τα τρώγαμε.
Τα βάναμε στο στόμα μας και φτύναμε τη φλούδα.
Τα τρώγαμε την Καθαρή Δευτέρα αλλά και όλη τη βδομάδα εκείνη που νηστεύαμε και το λάδι.
Μήπως είχαμε και τίποτα άλλο;
Μας φαινόντανε πεντανόστιμα…
Κατίνα Γούλα
Τα λούπινα είναι φαρμακερό φυτό! Δηλητήριο! Πολλά πρόβατα και γίδια ψόφησαν, σαν στη βοσκή τους έφαγαν λούπινα, ξεφεύγοντας από την προσοχή του βοσκού τους! Φυτρώνουν άγρια εδώ και κει στη Νότια Πελοπόννησο. Κάνουν όμως και για άριστη κτηνοτροφή, σαν τα ... γλυκάνεις!
Τα βράζεις στο καζάνι, χύνεις το ολόπικρο ζωμό τους, έπειτα τα βάζεις στο σακί. Τα πας στη θάλασσα. Το σακί, στην ακροθαλασσιά, στα βράχια, το βάζεις σε μια «λούμπα» (τρύπα των βράχων με θαλασσινό νερό), που την βρέχει το θαλασσινό το κύμα μέρα - νύχτα. Το σακί αυτό το σκεπάζεις με βαριές πέτρες, για να μην στο «πάρει» η θάλασσα. Εκεί στο σακί μέσα, αφήνεις τα λούπινα 3 με 4 μερόνυχτα να «ξαλμυρήσουν» και να γλυκάνουν, βγάζοντας την πικράδα τους. Παίρνουν έτσι την γεύση και το άρωμα της θάλασσας κι αλμυρίζουν!
Τότε τα τρώει, λίγα βέβαια, ο άνθρωπος σαν... στραγάλια. Χλωρά ή ξεραμένα στον ήλιο, στ' αλώνι. Στα ζώα τα δίνουμε έτσι άφοβα να τα φάνε, σαν ξηρά τροφή, τις βροχερές και παγερές μέρες του χειμώνα, που δεν μπορούν να βοσκήσουν στα βοσκοτόπια, και είναι κλεισμένα στη «στάνη» ή στην «χαμοκέλα» τους μέσα. Γι' αυτό τα λούπινα τα καλλιεργούν κιόλας. Τα σπέρνουν, τα κόβουν σαν ξεραθούν, τα κοπανάνε να φύγει το «λουβί» τους (είναι σαν μικρόσωμα στρογγυλά κουκιά).
Έπειτα τα λιχνίζουν, σαν φυσήξει δυνατό τ' αγέρι, και ξεχωρίζει το άχρηστο, ξεραμένο «περιτύλιγμα», το «λουβί» τους, από τον καρπό τους που είναι ολοστρόγγυλος σχεδόν, άσπρος κι αστραφτερός. Για να τον επεξεργαστούν, όπως είπαμε και να τα φάνε τα ζώα ή οι άνθρωποι σαν... στραγάλια!
Είναι έθιμο στη Μάνη, στη Λακωνία και τη Μεσσηνία να τρώνε ξαλμυρισμένα τα λούπινα οι άνθρωποι, σαν ξηρό καρπό, χλωρά απ' τη θάλασσα ή ξεραμένα στον ήλιο, τη Μεγάλη Βδομάδα των παθών του Χριστού, στις 25 Μάρτη κι άλλες γιορτές και σχόλες.
Μα τα λούπινα, τα καλλιεργούν και σαν «ψυχανθές» φυτό που είναι, και για «χλωρά λίπανση» του χωραφιού, στην «αγρανάπαυση». Την μια χρονιά στο χωράφι δηλαδή φυτεύουν, στάρι και την άλλη χρονιά λούπινα, για να δυναμώσει το χωράφι, να λιπανθεί για ν' αποδώσει την τρίτη χρονιά πάλι καλό στάρι που θα σπαρθεί τότε. Έτσι το λούπινο κάνει δυο δουλειές. Και λιπαίνει το χωράφι, γιατί οι ρίζες του το πλουτίζουν με άζωτο και όταν ωριμάσει κάνει για ζωοτροφή. Μα θέλει προσοχή, όπως είπαμε. Από μικρός, όταν ήμουν βοσκός, έχω στο στόμα μου ακόμα, την πικρή γεύση από το γάλα των ζώων, που μου ξέφευγαν πότε - πότε και έτρωγαν εδώ κι εκεί λίγα φυτρωμένα λούπινα στο χωράφι! Δεν μου «λουπινιάστηκαν» όμως να μου ψοφήσουν, ποτέ…
Παπαγεωργίου Βασίλης
Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τα λούπινα (Lupinus albus) ως τροφή όπως γίνεται ακόμη και σήμερα σε διάφορες χώρες. Είναι φυτό κοινό στην Ελλάδα και ιδίως στην Πελοπόννησο ως αυτοφυές, καλλιεργείται στη Μάνη, την Τριφυλία και την Κρήτη και χρησιμεύει ως τρόφιμο ή επιδόρπιο και για την διατροφή των ζώων ή σαν λίπασμα. Το συναντούμε με τις ονομασίες λούπινα, λυμπινόν, λουπινάρι, λουμπινάρια, πικροκουκιά.
Ο Θεόφραστος ονόμασε το βότανο θέρμος. Ο Διοσκουρίδης, θεμελιωτής της φαρμακολογίας, το αποκαλούσε θέρμος ο ήμερος και ξεχώριζε δύο είδη λούπινα, ένα γλυκό και ένα πικρό, που είχαν και τα δύο θρεπτικές ιδιότητες. Τα λούπινα ήταν και η ειδική τροφή των επισκεπτών του Νεκρομαντείου στον Αχέρωντα, σαν προετοιμασία για την επικοινωνία τους με τους νεκρούς.
Ο Αθηναίος λέει ότι τα λούπινα είναι, σαν τα ρεβίθια, μια τροφή για τους πεινασμένους. Ακόμη και στον 19ο αιώνα, οι κάτοικοι της Μάνης, που ξεχώριζαν για τη φτώχεια τους, ήταν γνωστοί σαν «λουπινοφάγοι».
Στα χωριά της Μάνης η σπορά του λούπινου γινόταν τον Νοέμβριο και η συγκομιδή τον Ιούλιο μήνα. Διαμορφωνόταν στο χωράφι ένας χώρος σαν αλώνι και εκεί γινόταν το «κοπάνισμα» με διχάλια για να απελευθερωθεί ο καρπός από το φλοιό, ακολουθούσε το λίκνισμα για να ξεχωρίσει ο καρπός και στη συνέχεια η μεταφορά του στο σπίτι. Τον Αύγουστο σε καζάνια πλάι στη θάλασσα έβραζαν τα λούπινα τα έβαζαν σε λιναρένιες σακκούλες και επί οκτώ ημέρες παρέμεναν οι σακούλες με τα λούπινα στη θάλασσα, ώστε να ξεπικρίσουν. Στη συνέχεια τα άπλωναν στη γη να ξεραθούν με τη βοήθεια του ήλιου και τα αποθήκευαν.
Οι φλοιοί, τα τσόφλια, τα «λουβιά» όπως τα ονομάζουν αποτελούσαν τροφή για τα αιγοπρόβατα.
Εντούτοις, τα λούπινα είναι πολύ νόστιμη τροφή σε χλωρή μορφή, δηλ. μόλις ξεπικρίσουν και χωρίς να ξεραθούν στον ήλιο. Εμένα τουλάχιστον έτσι μου αρέσουν!
Σήμερα οι Μανιάτες δεν είναι "λουπινοφάγοι". Στην πραγματικότητα η καλλιέργεια του λούπινου έχει σχεδόν εξαφανιστεί . Υπάρχουν μόνο μερικοί λάτρεις του λούπινου που καλλιεργούν ακόμη. Μπορεί κάποιος να τα βρει στο Γύθειο κυρίως σε… τουριστική συσκευασία… κι αυτό μόνο αν τα αναζητήσει επιμόνως!
Εντούτοις, η άλλοτε τροφή των φτωχών και των πεινασμένων, πλούσια σε πρωτεΐνη, σήμερα κερδίζει συνεχώς θέση στο πιάτο της χορτοφαγικής διατροφής και συχνά αντικαθιστά τα προϊόντα σόγιας. Μήπως πρέπει να το ξανασκεφτούμε; Ειδικά εμείς οι Μανιάτες;
Πέτρος Τζεφέρης
Κάποιος από τη Λαμπαινα
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο το άρθρο σου,γεμάτο θύμησες,χρώματα και αρώματα μιας ωραίας πατρίδας που οι σύγχρονοι φραγκολεβαντίνοι νεοέλληνες προσπαθούν με κάθε τρόπο να την ξεχάσουμε,ιδιαίτερα μέσα από τα σχολεία της σύγχρονης "μαγειρικής".
ΑπάντησηΔιαγραφή